- ανάκαμπτος ή ανακάμψερος
- (anacampseros).Γένος ποωδών ή φρυγανωδών φυτών της οικογένειας των πορτουλακιδών, ιθαγενών της νότιας Αφρικής. Είναι ανθεκτικά στην ξηρασία φυτά και ευδοκιμούν σε αμμώδη εδάφη. Έχουν ωοειδή, σαρκώδη φύλλα και τα άνθη τους σχηματίζουν ταξιανθίες. Πολλαπλασιάζονται με σπέρματα, μοσχεύματα και μερικά ακόμη και με τα φύλλα. Από τα περίπου 50 είδη του γένους, τα σπουδαιότερα, που καλλιεργούνται και ως καλλωπιστικά, είναι η α. η αραχνοειδής με λευκά άνθη, η α. η βορδέρειος με κόκκινα άνθη και η α. η νηματοειδής.
Dictionary of Greek. 2013.